Καρολίνα, Νότια

Καρολίνα, Νότια
(South Carolina). Ομόσπονδη πολιτεία (80.582 τ. χλμ., 4.063.011 κάτ. το 2001) των ΗΠΑ με πρωτεύουσα την Κολούμπια (Columbia, 116.278 κάτ. το 2000). Συνορεύει στα Β με τη Βόρεια Καρολίνα, στα Ν και ΝΔ με την πολιτεία της Γεωργίας (Τζόρτζια) και Α βρέχεται από τον Ατλαντικό ωκεανό. Εκτός από το βορειοδυτικό τμήμα, όπου εκτείνονται οι τελευταίες διακλαδώσεις των Απαλαχίων –που μόλις ξεπερνούν τα 1.000 μ. σε ύψος και καταλήγουν στο υψίπεδο του Πίντμοντ– το έδαφος είναι πεδινό. Οι ακτές είναι χαμηλές και πολλές από αυτές βαλτώδεις. Κοντά στα σύνορα με τη Βόρεια Καρολίνα ανοίγεται η εκτεταμένη Λονγκ Μπέι. Το υδρογραφικό δίκτυο είναι πολύ πυκνό και τα υδάτινα ρεύματα κατεβαίνουν σχεδόν παράλληλα από τα ΒΔ προς τα ΝΑ, προς τη θάλασσα. Οι κυριότεροι ποταμοί είναι ο Πι Ντι, ο Σαντί και ο Σαβάνα, που ορίζει μεγάλο τμήμα των συνόρων με τη Γεωργία. Το κλίμα είναι εύκρατο και οι άφθονες βροχές ευνοούν τις εντατικές καλλιέργειες (βαμβάκι, καπνός, δημητριακά). Ανεπτυγμένη είναι και η εκτροφή βοοειδών· ακμάζουν επίσης η βαμβακουργία, η επιπλοποιία, η επεξεργασία του καπνού, η ναυπηγική και η χημική βιομηχανία. Η πρωτεύουσα της Ν.Κ., Κολούμπια, είναι βιομηχανική και εμπορική πόλη και οδικός και σιδηροδρομικός κόμβος. Άλλες σημαντικές πόλεις είναι: η Άντερσον στο Πίντμοντ, το Τσάρλεστον, μία από τις παλαιότερες πόλεις των ΗΠΑ, που ιδρύθηκε το 1670 με την ονομασία Τσαρλς Τάουν και σήμερα είναι σημαντικό λιμάνι στον Ατλαντικό, η Γκρίνβιλ, έδρα αξιόλογων βιομηχανιών τροφίμων, και οι Ροκ Χιλ και Σπάρτανμπουργκ, σημαντικές αγορές αγροτικών προϊόντων, κοντά στα βόρεια σύνορα της πολιτείας. Η Ν.Κ., που αποτελούσε βρετανική αποικία, προσχώρησε στην Ένωση το 1781, μετά την ήττα των Άγγλων. Το φρούριο Σάμτερ, στο Τσάρλεστον της Νότιας Καρολίνας.

Dictionary of Greek. 2013.

Игры ⚽ Поможем написать реферат

Look at other dictionaries:

  • Νότια Καρολίνα — Πολιτεία των ΗΠΑ. Βλ. λ. Καρολίνα, Νότια …   Dictionary of Greek

  • Καρολίνα, Βόρεια — (Νorth Carolina). Ομόσπονδη πολιτεία (136.413 τ. χλμ., 8.186.268 κάτ. το 2001) των ΗΠΑ με πρωτεύουσα τη Ράλι (Raleigh, 276.093 κάτ. το 2000). Συνορεύει στα Β με την πολιτεία Βιρτζίνια, στα Ν με τη Νότια Καρολίνα και τη Γεωργία (Τζόρτζια) και Α… …   Dictionary of Greek

  • Καρολάινα — (Carolina). Ονομασία δύο πολιτειών των ΗΠΑ. Βλ. λ. Καρολίνα, Βόρεια· Καρολίνα, Νότια …   Dictionary of Greek

  • Ιταλία — Επίσημη ονομασία: Δημοκρατία της Ιταλίας Έκταση: 301.230 τ. χλμ. Πληθυσμός: 56.305.568 (2001) Πρωτεύουσα: Ρώμη (2.459.776 κάτ. το 2001)Κράτος της νότιας Ευρώπης. Συνορεύει στα ΒΔ με τη Γαλλία, στα Β με την Ελβετία και την Αυστρία, στα ΒΑ με τη… …   Dictionary of Greek

  • Κολούμπια — I (Columbia). Πόλη (116.278 κάτ. το 2000) των ΗΠΑ και πρωτεύουσα της πολιτείας της Νότιας Καρολίνα. Είναι χτισμένη στον ποταμό Κογκαρί και θεωρείται αξιόλογο κέντρο ναυσιπλοΐας, καθώς επίσης σιδηροδρομικός και οδικός κόμβος. Στην Κ. λειτουργούν… …   Dictionary of Greek

  • Τζάκσον, Άντριου — (Jackson, Ουάξχο, Νότια Καρολίνα 1767 – Νάσβιλ, Τενεσί 1845). Έβδομος πρόεδρος των ΗΠΑ. Τυπικός αντιπρόσωπος του Old West, ευθύς, γενναιόψυχος, αδιάλλακτος και ελάχιστα μορφωμένος, ήταν εξαιρετικά δημοφιλής. Στρατηγός, πολέμησε, μεταξύ άλλων,… …   Dictionary of Greek

  • Βορείων και Νοτίων, πόλεμος ή Χωριστικός πόλεμος — (Secession War). Με την ονομασία αυτή είναι γνωστός ο πόλεμος μεταξύ των βόρειων και των νότιων πολιτειών των ΗΠΑ, που διήρκεσε από τον Απρίλιο του 1861 έως τον Απρίλιο του 1865. Το 1860 περίπου το μακρόχρονο και ακανθώδες πρόβλημα της… …   Dictionary of Greek

  • Γκρίνβιλ — (Greenville).Ονομασία πόλεων και κωμοπόλεων των ΗΠΑ. 1. Πόλη (60.500 κάτ. το 2000) στην πολιτεία Βόρεια Καρολίνα, έδρα της κομητείας Πιτ. Βρίσκεται κοντά στον ποταμό Ταρ, 50 χλμ. νοτιοανατολικά του Ρόκο Μάουντ. Είναι κέντρο παραγωγής και εμπορίας …   Dictionary of Greek

  • ικτερίδες — (icteridae). Οικογένεια στρουθιομόρφων πτηνών της υπόταξης των ωδικών, που ζουν κυρίως στις τροπικές περιοχές. Είναι πτηνά μεσαίου μεγέθους, έχουν φτέρωμα με έντονους χρωματισμούς και οξύ, κωνικό ράμφος. Ταξιδεύουν σε σμήνη, όχι όμως την εποχή… …   Dictionary of Greek

  • αεροναυτική — Σύνολο πειραματικών δεδομένων, τεχνικών εφαρμογών και ποικίλων δραστηριοτήτων, οι οποίες συνδέονται με τις συνθήκες που επιτρέπουν στον άνθρωπο να μετακινείται μέσα στη γήινη ατμόσφαιρα με συσκευές που κατασκευάζονται γι’ αυτό τον σκοπό. Τo… …   Dictionary of Greek

Share the article and excerpts

Direct link
Do a right-click on the link above
and select “Copy Link”